Αγρότισσα επάλεψες με νύχια και με δόντια
Πότισες τούτη τη γη με αίμα και ιδρώτα
Το χώμα εκοσκίνισες, τις πέτρες και τ’ αγκάθια
Τη γη έντυσες πράσινο, χάραξες μονοπάτια
Γεννούσες μες την αυλακιά σαν ήσουν στο ζευγάρι
Και στη βροχή το σκέπαζες κάτω που το σαμάρι
Κοιμόσουν μέσα στους αγρούς, στο θέρος, στα χαρούπια
Και με το βρέφος αγκαλιά ντυμένο στα τουλούπκια
Όργωνες και εσκάλιζες, βόσκιζες το κοπάδι
Και με το φτυάρι πότιζες νύχτες μες στο σκοτάδι
Καινούριο ρούχο έραβες κάθε Λαμπρά ή Φώτα
Κοιμόσουν στα μαντρόσπιτα με των βοδιών τα χνώτα
Χαράματα να σηκωθείς, βράδυ να επιστρέψεις
Πότε ν’ ανάψεις το λαμπρό, πότε να μαγειρέψεις;
Αγρότισσα, μες την ζωή επρόσφερες αγώνες και θυσίες
Χωρίς χειροκροτήματα και τυμπανοκρουσίες